διστιχία

διστιχία
η (AM διστιχία)
η διστοιχίαση
αρχ.
1. διπλή σειρά ή γραμμή
2. δίστιχο*
3. δεύτερος φορολογικός κατάλογος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • διστιχία — διστιχίᾱ , διστιχία double row fem nom/voc/acc dual διστιχίᾱ , διστιχία double row fem nom/voc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διστιχίᾳ — διστιχίᾱͅ , διστιχία double row fem dat sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διστιχίας — διστιχίᾱς , διστιχία double row fem acc pl διστιχίᾱς , διστιχία double row fem gen sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • διστιχίαν — διστιχίᾱν , διστιχία double row fem acc sg (attic doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ομοιοκαταληξία — Ταυτότητα ήχων μεταξύ δύο ή περισσότερων λέξεων, μετά την τονιζόμενη συλλαβή. Γενικά, ο όρος αναφέρεται σε λέξεις που βρίσκονται στο τέλος δύο συνεχόμενων ή γειτονικών στίχων. Οι ο. λέγονται οξύτονες ή καταληκτικές, παροξύτονες και προπαροξύτονες …   Dictionary of Greek

  • φαλάγγωση — η / φαλάγγωσις, ώσεως, ΝΑ [φάλαγξ] νεοελλ. ιατρ. χαλάρωση τού δέρματος τού άνω βλεφάρου αρχ. 1. ιατρ. χαλάρωση ή πτώση τών βλεφαρίδων 2. διστιχία ή τριστιχία τών βλεφαρίδων …   Dictionary of Greek

  • Αξαγιώλης, Ιωάννης — (16ος αι.). Στιχουργός και πρωτοκόμητας της Κορώνης. Έγραψε τη Διήγησι συνοπτική Καρόλου του Ε’,έργο που σώζεται στον κώδικα αρ. 1624 της Βιβλιοθήκης του Βατικανού. Το έργο αυτό, αν και στερείται λογοτεχνικών προσόντων, είναι αξιόλογο από… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”